Είναι αδύνατο να γνωρίζουμε πόσο χρόνο χρειάζεται κάθε γυναίκα για να μείνει έγκυος. Πολλοί και διαφορετικοί παράγοντες μπορεί να επηρεάσουν τις πιθανότητες μιας εγκυμοσύνης σε κάθε ζευγάρι, όπως η ηλικία, η κατάσταση της υγείας του ζευγαριού, η συχνότητα των σεξουαλικών επαφών κ.α. Τα περισσότερα ζευγάρια (84% των ζευγαριών), θα επιτύχουν εγκυμοσύνη σε διάστημα ενός έτους, εφόσον έχουν τακτικές και ελεύθερες επαφές. Η ηλικία των γυναικών, όμως, δρα ανασταλτικά στην επίτευξη εγκυμοσύνης, με αποτέλεσμα γυναίκες ηλικίας 19 έως 26 ετών να εμφανίζουν 92% πιθανότητα κύησης μετά από ένα έτος επαφών και 98% μετά από δύο έτη επαφών, σε αντίθεση με γυναίκες ηλικίας 35 έως 39 ετών, που εμφανίζουν 82% και 90% πιθανότητα κύησης, αντίστοιχα. Κάθε μήνα η πιθανότητα που έχει ένα υγιές ζευγάρι για να επιτύχει εγκυμοσύνη είναι, περίπου, 20%. Επομένως, δεν υπάρχει λόγος άγχους αν δεν έρθει άμεσα ένα θετικό τεστ κυήσεως. Υπομονή και καλή διάθεση και στην μεγάλη πλειοψηφία των ζευγαριών αυτό θα έρθει κατά το πρώτο έτος προσπαθειών. Εάν μετά από ένα έτος ελεύθερων σεξουαλικών επαφών δεν υπάρξει εγκυμοσύνη, τότε το ζευγάρι μπορεί να επισκεφθεί τον γυναικολόγο για να συζητήσουν για το ενδεχόμενο πιθανής υπογονιμότητας.
ΠΟΥ ΘΑ ΜΑΣ ΒΡΕΙΤΕ
- Διεύθυνση: Λεωφ. Καραμανλή & Σαμουηλίδη, Λάρισα, 41335
- Ωράριο: 08:00 - 16:00
- Χρόνος Απάντησης: την ίδια μόλις ημέρα
- Με τη σφραγίδα αξιοπιστίας και εγκυρότητας του Genesis Genoma Lab.
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΕΣΩ ΦΟΡΜΑΣ
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΕ ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Σύμφωνα με την HFEA (Human Fertilisation and Embryology Authority) για το 2017, το ποσοστό γέννησης υγιούς μωρού μετά από Ενδομητρική Σπερματέγχυση είναι 18% για γυναίκες ηλικίας <35 ετών, 14% για γυναίκες ηλικίας 35-37 ετών, 12% για γυναίκες ηλικίας 38-39 ετών, 5% για γυναίκες ηλικίας 40-42 ετών και 1% για γυναίκες ηλικίας >42 ετών. Για το 2017, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Εταιρεία Ανθρώπινης Αναπαραγωγής (ESHRE), τα συνολικά ποσοστά γέννησης ζώντος νεογνού, ανεξαρτήτως ηλικίας, μετά από Ενδομητρική Σπερματέγχυση στην Ευρώπη είναι 8,6% εάν χρησιμοποιηθεί το σπέρμα του συντρόφου και 11,1% εάν χρησιμοποιηθεί σπέρμα δότη, ενώ τα ποσοστά αυτά για την Ελλάδα ειδικά είναι 9,6% και 10,1%, αντίστοιχα.
Όταν αναφερόμαστε στα ποσοστά επιτυχίας της Εξωσωματικής Γονιμοποίησης, εννοούμε την πιθανότητα να γεννηθεί ζων νεογνό μετά από κύκλο Εξωσωματικής Γονιμοποίησης. Τα ποσοστά αυτά εξαρτώνται από την ηλικία της μητέρας. Έτσι, σύμφωνα με την Αμερικανική Εταιρεία Αναπαραγωγικής Ιατρικής (ASRM) για το 2010, τα ποσοστά επιτυχίας για γυναίκες <35 ετών είναι 41,5%, για γυναίκες 35-37 ετών είναι 31,9%, για γυναίκες 38-40 ετών είναι 22,1%, για γυναίκες 41-42 ετών είναι 12,4%, για γυναίκες 43-44 ετών είναι 5% και για γυναίκες >44 ετών είναι 1%. Για το 2017, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Εταιρεία Ανθρώπινης Αναπαραγωγής (ESHRE), τα συνολικά ποσοστά εγκυμοσύνης μετά από κλασική εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF) είναι 29,6%, μετά από μικρογονιμοποίηση (ICSI) είναι 27,8% και μετά από κατάψυξη ωαρίων είναι 27%. Τα ποσοστά γέννησης ζωντανού νεογνού είναι 22,2%, 20,1% και 18%, αντίστοιχα. Αυτά τα ποσοστά, αφορούν σε όλες τις γυναίκες που υποβλήθηκαν σε εξωσωματική γονιμοποίηση, ανεξαρτήτως ηλικίας.
Ζευγάρια με ανεξήγητη υπογονιμότητα.
Γυναίκες με ήπια ενδομητρίωση.
Γυναίκες με διαταραχές ωοθυλακιορρηξίας.
Σε καταστάσεις με ήπιο ανδρικό παράγοντα υπογονιμότητας.
Σε περιπτώσεις που είναι δυσχερής ή αδύνατη η κολπική επαφή.
Σε διαταραχές εκσπερμάτισης.
Σε προβλήματα του τραχήλου της μήτρας (στένωση ή τραυματισμοί του τραχήλου από προηγούμενες επεμβάσεις, προβλήματα τραχηλικής βλέννης).
Σε περιπτώσεις διατήρησης της ανδρικής γονιμότητας, όπου κρυοσυντηρείται σπέρμα πριν ο άνδρας ξεκινήσει μια θεραπεία τοξική για το σπέρμα του (π.χ. χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία σε περίπτωση καρκίνου).
Εάν χρησιμοποιείται σπέρμα δότη (σε περιπτώσεις που το σπέρμα του άνδρα δεν είναι ικανό να γονιμοποιήσει, οπότε χρησιμοποιείται σπέρμα από δότη).
Ειδικές περιπτώσεις που απαιτείται επεξεργασία του σπέρματος (άνδρας HIV θετικός).
Άγαμες γυναίκες ή ζευγάρια του ίδιου φύλου (σε χώρες όπου η νομοθεσία του επιτρέπει).
Όταν μια γυναίκα μένει έγκυος με φυσική σύλληψη, το σπέρμα ‘’ταξιδέυει’’ από τον κόλπο, περνώντας μέσα από τον τράχηλο (το στενό, κατώτερο τμήμα της μήτρας), εισέρχεται στη μήτρα και φτάνει μέσα στις σάλπιγγες, όπου και γονιμοποιεί το ωάριο, εφόσον η ωοθήκη το έχει απελευθερώσει, μέσω της διαδικασίας της ωοθυλακιορρηξίας. Ο τράχηλος τη μήτρας, περιορίζει τον αριθμό των σπερματοζωάριων που περνούν μέσα στη μήτρα, με αποτέλεσμα, λίγα σπερματοζωάρια να καταφέρνουν να φτάσουν τελικά στις σάλπιγγες για να γονιμοποιήσουν το ωάριο. Η διαδικασία της Ενδομήτριας Σπερματέγχυσης, περιλαμβάνει την τοποθέτηση του σπέρματος κατευθείαν μέσα στη μήτρα, με ειδικό καθετήρα, κατά την ώρα της ωοθυλακιορρηξίας, με αποτέλεσμα αυξημένη πιθανότητα επίτευξης εγκυμοσύνης. Προηγείται ειδική επεξεργασία του σπέρματος, που γίνεται στο εργαστήριο της μονάδας Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής και προκύπτει, έτσι, ένας μικρός όγκος σπέρματος με υψηλή συγκέντρωση σε σπερματοζωάρια και καλή κινητικότητα, τα οποία τοποθετούνται μέσω ενός καθετήρα στη κοιλότητα της μήτρας, με μια ανώδυνη διαδικασία που δεν απαιτεί αναισθησία.
Η ηλικία. Παρά το γεγονός ότι η προχωρημένη αναπαραγωγική ηλικία αποτελεί, κυρίως, παράγοντα κινδύνου για γυναικεία υπογονιμότητα, ζευγάρια στα οποία ο άνδρας είναι μεγαλύτερος από 40 ετών είναι πιο πιθανό να αντιμετωπίσουν πρόβλημα τεκνοποίησης.
Το αυξημένο σωματικό βάρος και η παχυσαρκία.
Το αλκοόλ και το κάπνισμα.
Η χρήση μαριχουάνας και τοξικών ουσιών.
Η έκθεση στην τεστοστερόνη. Αυτό συμβαίνει είτε μετά από χορήγηση τεστοστερόνης με ιατρική συνταγή για διάφορους λόγους είτε μετά από λήψη ουσιών με τεστοστερόνη χωρίς ιατρική συνταγή (π.χ. για αύξηση του μυϊκού όγκου)
Η έκθεση σε ακτινοβολία.
Συχνή έκθεση των όρχεων σε υψηλές θερμοκρασίες.
Η λήψη διαφόρων φαρμάκων (π.χ. φλουταμίδη, κυπροτερόνη, σπιρονολακτόνη, κετοκοναζόλη, σιμετιδίνη κ.α.)
Έκθεση σε τοξικούς περιβαλλοντικούς παράγοντες, όπως το κάδμιο ή ο ψευδάργυρος.
Το stress.
Σαφώς και υπάρχουν και αυτός είναι ο λόγος που δεν αποτελεί θεραπεία πρώτης γραμμής και απευθύνεται σε συγκεκριμένες ομάδες γυναικών.
1. Υψηλό ποσοστό ακύρωσης του κύκλου. Μόνο μία περίπου στις τρεις γυναίκες θα φτάσει σε εμβρυομεταφορά, καθώς είναι αυξημένη η πιθανότητα να γίνει πρόωρα η ωοθυλακιορρηξία, να μην βρεθεί το ωάριο κατά την ωοληψία, να μην είναι καλής ποιότητας το ωάριο ή να μην γονιμοποιηθεί.
2. Χαμηλό ποσοστό κυήσεως. Το ποσοστό κύησης ανά κύκλο, σύμφωνα με μελέτες, είναι της τάξεως του 13%, σε αντίθεση με την κλασική εξωσωματική γονιμοποίηση που αγγίζει το 35%. Μετά, όμως, από 4 φυσικούς κύκλους το αθροιστικό ποσοστό επιτυχίας ανέρχεται στο 46%, ποσοστό ιδιαίτερα ικανοποιητικό που αναφέρεται, όμως, μόνο σε γυναίκες νεότερες με φυσιολογικές ωοθηκικές εφεδρείες, καθώς το αντίστοιχο ποσοστό επιτυχίας σε γυναίκες με μειωμένη ωοθηκική λειτουργία δεν ξεπερνάει το 10%. Σε γυναίκες με εξαιρετικά πτωχή απάντηση, η τελική λύση είναι η δωρεά ωαρίων.
Νεότερες εφαρμογές, όπως ο τροποποιημένος φυσικός κύκλος, όπου χορηγούνται μικρές δόσεις φαρμάκων για λίγες ημέρες καθώς και η βελτίωση των πρωτοκόλλων κατάψυξης-απόψυξης των εμβρύων, καθιστούν την μέθοδο του φυσικού κύκλου σημαντική και υποσχόμενη, 40 χρόνια μετά την πρώτη επιτυχημένη εφαρμογή της.
Καμία λήψη ορμονικών φαρμάκων.
Σχεδόν μηδενική πιθανότητα για πολύδυμη κύηση και μηδενική πιθανότητα για Σύνδρομο Υπερδιέγερσης των Ωοθηκών.
Χαμηλό κόστος ανά προσπάθεια.
Καλύτερη ποιότητα ενδομητρίου, καθώς το ενδομήτριο δεν επηρεάζεται από την χορήγηση φαρμάκων, αλλά ωριμάζει με απόλυτα φυσικό τρόπο.
Εφαρμογή σε γυναίκες που αποφεύγεται η χρήση ορμονικών φαρμάκων, όπως γυναίκες με ιστορικό ορμονο-εξαρτώμενου καρκίνου.
Εφαρμογή σε γυναίκες που δεν ανταποκρίθηκαν στο παρελθόν σε υψηλές δόσεις φαρμάκων διέγερσης των ωοθηκών (π.χ. γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας).
Δυνατότητα για επανάληψη του φυσικού κύκλου με κρυοσυντήρηση των εμβρύων για ακόλουθη εμβρυομεταφορά περισσότερων του ενός εμβρύων και αύξηση των ποσοστών επιτυχίας.